Dizionario Aragonés - Castellán. 2015.
ρέκαυτον — τὸ, Μ πληθ. τὰ ῥέκαυτα εξόφληση, απαλλαγή. [ΕΤΥΜΟΛ. < λατ. recauta «αναγνώριση χρέους»] … Dictionary of Greek